ἀτασθαλίην

ἀτασθαλίην
ἀτασθαλία
presumptuous sin
fem acc sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Αρχεδίκη — (τέλη 6ου – αρχές 5ου αι. π.Χ.).Κόρη του τυράννου της Αθήνας Ιππία, ο οποίος την έδωσε σύζυγο στον Αιαντίδη, γιο του τυράννου της Λαμψάκου Ιππόκλου, επειδή ήξερε πως οι Λαμψακηνοί είχαν επιρροή στον βασιλιά των Περσών και χρειαζόταν την… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”